Το περασμένο Σεπτέμβρη στα 35 μου, αποφάσισα να «κρεμάσω» τη σφυρίχτρα μου, μετά από 16 χρόνια συνεχούς και αδιάλειπτης παρουσίας μου σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Μου πήρε λίγο καιρό να το «χωνέψω», αλλά βλέποντας όλα αυτά που συμβαίνουν στο χώρο του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα, εκτός ότι με θλίβουν με ωθούν στην σιγουριά της απόφασής μου. Δυστυχώς, δεν κατάφερα όσα θα ήθελα στο χώρο της διαιτησίας, δηλαδή να φτάσω στο υψηλότερο σκαλί της 1ης Εθνικής Κατηγορίας (Super League). Όμως, μπόρεσα να αποδείξω πολλά στον εαυτό μου, αλλά και σε όσους ασχολούνται με το χώρο αυτό.
Η ανάδειξη στον χώρο της διαιτησίας είναι δύσκολη υπόθεση. Απαιτεί ιδιαίτερη προσπάθεια, ειδικά αν δεν είσαι από διαιτητικό τζάκι, δεν είσαι από ποδοσφαιρική οικογένεια, αν δεν έχεις «χρηματοδότες», αν η ηθική σου δεν σου επιτρέπει εκπτώσεις, αν δεν λες «ναι σε όλα», αν δεν αναλώνεσαι στον παραγοντισμό, αν δεν υπερτερεί ο ναρκισσισμός του ουμανισμού.
Βρέθηκα στον χώρο της διαιτησίας στηρίζοντας τις ιδέες μου, όχι αναζητώντας εξουσία ή χρήμα. Από αγάπη και όχι από ματαιοδοξία. Από ειλικρινή διάθεση συνεισφοράς και όχι από ψώνιο. Ως ένας άνθρωπος που έχω σπουδάσει, έχω δική μου δουλεία και όχι ως ανεπάγγελτος του «διαιτητικο-ποδοσφαιρικού σωλήνα». Επιμένοντας στην ουσία και όχι στην επιφάνεια. Δεν έχω εξαργυρώσει προσωπικά γραμμάτια, αλλά έχω δουλέψει χρόνια σιωπηλά στο περιθώριο της διαιτησίας, κάνοντας πολύ λάντζα στο ισόγειο, την ώρα που άλλοι έψαχναν το ασανσέρ για να ανέβουν τους ορόφους του διαιτητικού συστήματος των εθνικών κατηγοριών.
Είχα τη δυνατότητα από πολύ νωρίς να παίξω το παιχνίδι σύμφωνα με τους «κανόνες πολλών άλλων», ωστόσο δεν το έκανα. Επέμεινα στον δικό μου δρόμο που με έφερε τελικά, μετά από πολλή δουλειά και υπομονή στην 2η Εθνική κατηγορία, όπου έκατσα 5 συνεχόμενα χρόνια χωρίς να πραγματοποιήσω ούτε ένα «σημαντικό λάθος», όπως λένε και οι παρατηρητές διαιτησίας. Το μαρτυρούν άλλωστε οι εκθέσεις τους. Ίσως πει κάποιος ότι δεν είμαι αντικειμενικός μιλώντας για τον εαυτό μου και μπορεί να έχει δίκιο. Απλά γνωρίζω τη προσπάθεια μου και τις θυσίες μου όλα αυτά τα χρόνια και γι’αυτό γράφω αυτά. Θα σταματήσω εδώ και δε θα πω περισσότερα, ας κρίνουν τη πορεία μου εκείνοι που είναι αρμοδιότεροι εμού. Οφείλω όμως να διαπιστώσω ότι αυτή η αποπομπή μου από τον χώρο της διαιτησίας εθνικών κατηγοριών, χωρίς λόγο, χωρίς ποτέ να μου δώσει κάποιος αρμόδιος μια τίμια και σαφή εξήγηση, όσο και εάν την αναζήτησα ενάμιση έτος τώρα, είναι μια ακόμη απόδειξη ότι το «σύστημα» είναι σκληρό με όσους διαφέρουν συνολικά στο ήθος και την ποιότητα. Γι’ αυτό και τα βάζει με εκείνους οι οποίοι μόνο και μόνο που υπάρχουν, αναδεικνύουν τη διαφορά. Μπήκα σε αυτό το χώρο με πρωταρχικό σκοπό να υπηρετήσω τη διαιτησία και το Αθλητικό Ιδεώδες. Στο Ελληνικό Ποδόσφαιρο απέχουμε πολύ από το να φτάσουμε εκεί που επιθυμούσαν οι προγόνοι μας για τον Αθλητισμό... Γι’ αυτό και ανεξαρτήτως της δικής μου υπόθεσης, θεωρώ ότι χρειαζόμαστε περισσότερους διαιτητές με ήθος και ποιότητα, παρά με διαιτητικό «ταλέντο». Γι’αυτό όσοι είστε έντιμοι και αδικημένοι, που δυστυχώς σε αυτό το χώρο ήμασταν και θα είμαστε πάρα πολλοί, μην απελπίζεστε... Θα έρθει η ώρα που θα γίνουμε καλύτεροι... Καλύτεροι ποδοσφαιρικά, αλλά και καλύτεροι ηθικά!
Μου έρχονται στο νου τα λόγια του Καζαντζάκη: «Μη ντραπείς εάν έπαιξες καλά και έχασες, να ντραπείς εάν έπαιξες κακά και κέρδισες». Έπαιξα και έχασα. Όμως δε ντρέπομαι, γιατί έπαιξα καλά. Είμαι υπερήφανος που έφτασα ως εδώ ακολουθώντας το δικό μου δρόμο και όχι το δρόμο κάποιου άλλου...
Κλείνοντας, θα ήθελα να ζητήσω ένα μεγάλο συγγνώμη από την οικογένειά μου για το χρόνο που της στέρησε το κομμάτι της διαιτησίας και άλλο ένα συγγνώμη εάν αυτά τα 16 χρόνια αδίκησα κάποιο ποδοσφαιριστή ή ομάδα. Είμαι σίγουρος ότι και οι ίδιοι γνώριζαν ότι ποτέ δεν είχα τέτοιο σκοπό. Ούτως ή άλλως ο καλύτερος διαιτητής (όπως και άνθρωπος), είναι αυτός που κάνει τα λιγότερα «λάθη».